http://www.efsyn.gr/?p=159384
Από τον Θανάση Γιαλκέτση
• Γιατί ο οικονομολόγος –που είστε και εσείς– να ενδιαφέρεται για την ευτυχία;
- Οι οικονομολόγοι θεωρούσαν επί μακρόν ότι το ζήτημα της ευτυχίας ήταν κεντρικό θέμα της επιστήμης τους. Ο homo economicus, όπως τον περιγράφουν τα εγχειρίδια της οικονομίας, είναι κάποιος που προσπαθεί να μεγιστοποιήσει την ευημερία του, κάνοντας τον αυστηρό υπολογισμό των απολαύσεών του και των βασάνων του. Τον 18ο αιώνα, ο Τζέρεμι Μπένθαμ επινοεί τον «ωφελιμισμό», εκείνη τη θεωρία σύμφωνα με την οποία κάθε κοινωνία οφείλει να αναζητάει τη μεγαλύτερη ποσότητα ωφελιμότητας για τα μέλη της. Αλλά μόνον εδώ και καμιά τριακονταετία οι οικονομολόγοι κατανόησαν ότι η ωφελιμότητα, έτσι όπως την κατανοούσαν, δεν ήταν διόλου η ευτυχία. Προσφεύγοντας σε όλο και πιο ακριβείς αναλύσεις, ανακάλυψαν μετά από πολλές έρευνες ότι η ευημερία, η ευτυχία μένει στάσιμη ή υποχωρεί στις πλούσιες χώρες και ότι η συσσώρευση του πλούτου δεν έχει καμιά σχέση με τη στάθμη και την ποιότητα της ευτυχίας.
• Γιατί φαίνεται όλο και πιο δύσκολο να πετύχουμε την ευτυχία στις πλούσιες κοινωνίες μας;
- Οταν εμβαθύνουμε στις αιτίες αυτής της δυσαρμονίας ανάμεσα στον καπιταλισμό, που παράγει υλικό πλούτο, και την ευτυχία –η οποία μένει στάσιμη ή υποχωρεί– ανακαλύπτουμε δυο προβληματικές διαστάσεις. Η πρώτη είναι το ότι ο homo sapiens έχει μιαν απίστευτη ικανότητα προσαρμογής. Οποια και αν είναι τα κέρδη που πετυχαίνει, ο άνθρωπος συνηθίζει πολύ γρήγορα σε αυτά και η ευτυχία παραμένει ανεύρετη. Αυτή η διαπίστωση είναι απλή και πολύ γνωστή. Αυτό που, αντίθετα, είναι λιγότερο γνωστό είναι το ότι ο άνθρωπος φαίνεται ολικά ανίκανος να προβλέψει αυτήν την προσαρμογή. Αν σας πω «Σου διπλασιάζω το μισθό σου, αλλά να ξέρεις πως δεν θα γίνεις πιο ευτυχισμένος», εσείς δεν θα μπορείτε να πιστέψετε ότι θα συνηθίσετε σε αυτό και ότι τελικά θα επανέλθετε στο ίδιο επίπεδο που ήσασταν πριν. Αυτή είναι η πρώτη διάσταση. Η δεύτερη είναι το ότι είμαστε πάντα ευτυχισμένοι ή δυστυχισμένοι σε σχέση με τους άλλους. Συγκρίνουμε αδιάκοπα τον εαυτό μας με μιαν ομάδα ανθρώπων. Και καθώς όλοι κάνουμε τα ίδια πράγματα, υπάρχει μια έλλειψη συντονισμού, με αποτέλεσμα όλος ο κόσμος να λαχανιάζει ταυτόχρονα στον ίδιο αγώνα δρόμου για την αναζήτηση της ευτυχίας.
• Εσείς συνδέετε άμεσα τη δυσκολία μας να γίνουμε ευτυχισμένοι με τη λογική του ανταγωνισμού, που διαπερνάει ήδη σχεδόν όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής…
- Εδώ και τριάντα χρόνια, η οικονομία καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερη θέση σε πολλαπλά πεδία. Η μανία των αξιολογήσεων (των σχολείων, των νοσοκομείων κ.λπ.) εγκαθίσταται παντού. Ο ανταγωνισμός γίνεται πολύ πιο σκληρός ακόμη και στην οικογενειακή ζωή. Οι έρευνες καταδεικνύουν ότι σε όλες τις χώρες οι απολύσεις και τα διαζύγια, που είναι τα δυο πιο οδυνηρά γεγονότα της ζωής των ενηλίκων, έχουν γίνει πολύ συχνά. Δεν πρέπει επομένως να απορούμε που η ευτυχία παραμένει στάσιμη. Στον κόσμο της εργασίας οι σχέσεις έχουν γίνει πολύ πιο τεταμένες. Ενα νέο πνεύμα του καπιταλισμού έχει ναρκοθετήσει την ισορροπία που θα μπορούσε να υπάρχει ανάμεσα στη μέριμνα για επιμελή εργασία και τον σεβασμό των συναδέλφων από τη μια μεριά και την πίεση των αγορών από την άλλη.
• Με ποιον τρόπο η ρήξη αυτής της εύθραυστης ισορροπίας απορρύθμισε τις σχέσεις μεταξύ των ατόμων;
- Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, που το αναλύει η Maya Beauvallet. Σε έναν παιδικό σταθμό στο Ισραήλ, ο διευθυντής θέλησε να αντιμετωπίσει τις διαρκείς καθυστερήσεις των γονέων που έρχονταν να παραλάβουν τα παιδιά τους. Αποφάσισε λοιπόν να επιβάλει ένα πρόστιμο: οι γονείς θα πλήρωναν δέκα δολάρια για κάθε ώρα καθυστέρησης. Το αποτέλεσμα δεν άργησε να φανεί. Από την επομένη, προς μεγάλη έκπληξη του διευθυντή, οι γονείς που καθυστερούσαν ήταν τριπλάσιοι! Η εξήγηση είναι απλή: πριν από την επιβολή του προστίμου, οι γονείς προσπαθούσαν να είναι στην ώρα τους στο όνομα μιας ηθικής επιταγής – να μην κάνουν τα παιδιά τους να ντρέπονται, να μην ενοχλούν τους δασκάλους… Από τη στιγμή που τους επιβλήθηκε μια ποινή, άλλαξαν αμέσως την κλίμακα αξιών με την οποία αξιολογούσαν τις πράξεις τους: ο υπολογισμός που έκαναν πλέον ήταν ότι δέκα δολάρια είναι η αμοιβή μιας μπέιμπι-σίτερ. Ενα οικονομικό κίνητρο δεν μπορεί να προστεθεί σε ένα ηθικό κίνητρο. Οταν απευθύνεσαι στους ανθρώπους επικαλούμενος μόνον τη λογική του προσωπικού συμφέροντος, θα σου απαντήσουν με βάση τη λογική του προσωπικού συμφέροντος. Το κεντρικό παράδοξο της οικονομικής ανάλυσης είναι το ότι οι οικονομολόγοι τείνουν να παραγνωρίζουν αυτήν την ηθική μέριμνα στα μοντέλα τους. Και όταν εφαρμόζουν τα μοντέλα τους για να κυβερνήσουν τον κόσμο, καταλήγουν να εξαφανίζουν αυτήν την ηθική μέριμνα!
• Ποιαν επίπτωση έχει αυτό το πρωτείο του ατομικού συμφέροντος και του ανταγωνισμού στην εξέλιξη των επιχειρήσεων;
- Μετά τη χρηματοπιστωτική επανάσταση της δεκαετίας του 1980, μια αποφασιστική ρήξη προκλήθηκε δημιουργώντας στον κόσμο της εργασίας νέα δεινά. Τον βιομηχανικό καπιταλισμό, που βασιζόταν σε μια σιωπηρή συνεργασία κεφαλαίου και εργασίας, τον διαδέχθηκε ένας χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός, απαλλαγμένος από τους κανόνες της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» που ίσχυαν μεταπολεμικά. Ετσι, η εξειδίκευση των επιχειρήσεων, η προσφυγή στην υπεργολαβία, στη μετεγκατάσταση ή ακόμη και στην προσωρινή λειτουργία αναπτύχθηκαν με μόνο στόχο, όχι την αποτελεσματικότητα με την τεχνική έννοια του όρου, αλλά το κέρδος. Οταν η αξία της εργασίας καταβαραθρώνεται έτσι, όταν δηλαδή υποσκάπτεται η επιθυμία του εργαζόμενου να εργαστεί, χρειάζεται να αυξηθούν τα οικονομικά κίνητρα προκειμένου να βρεθούν άνθρωποι που θα εργαστούν με ζήλο ή πρέπει να γίνουν πιο σκληρές οι ποινές αν δεν το κάνουν. Αυτή είναι μια από τις αιτίες της αύξησης των ανισοτήτων, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δημιουργήθηκε ένας διαχωρισμός μεταξύ των διευθυντικών στελεχών και των μισθωτών. Οσο περισσότερο μειώνονται οι μισθοί των μισθωτών τόσο αυξάνονται οι ανταμοιβές των στελεχών, ενώ αυτή η σχέση λειτουργούσε προς την αντίστροφη κατεύθυνση στο παρελθόν. Το συμβόλαιο εμπιστοσύνης έχει παραβιαστεί. […]
• Υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα μιας τόσο οξείας κρίσης όσο η σημερινή;
- Μια περίοδος της Ιστορίας μοιάζει πολύ με αυτήν που ζούμε και είναι η ρωμαϊκή κοινωνία του 3ου αιώνα, μεταξύ της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου και εκείνης του Διοκλητιανού. Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία θα αλλάξει χαρακτήρα στη διάρκεια εκείνης της περιόδου. Τότε αρχίζει μια διάβρωση του ρωμαϊκού δημόσιου πνεύματος. Οι πλούσιοι επιδεικνύουν τα πλούτη τους, οι ισχυροί αρχίζουν να κατασκευάζουν πολυτελείς ιδιωτικές κατοικίες αντί για ναούς αφιερωμένους στους θεούς… Μια αποχαλίνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των ελίτ συντελείται, ενώ είναι σε κρίση τα δημόσια οικονομικά. Αναζητώντας μιαν ηθική λύση στη διάλυση του δημόσιου πνεύματός της, η Ρώμη θα ανακαλύψει και θα υιοθετήσει μια νέα θρησκεία, τον χριστιανισμό. Μια παρόμοια ανάγκη για ηθικές και πνευματικές λύσεις παρατηρούμε και σήμερα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου