ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 25 ΠΑΡ.2 Ν.4354/2015 ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΠΟΧΗΣ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΕΣΠΙΣΕ Η ΚΥΑ ΜΕ ΑΡ.131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020)
Ι. Τεθέντα υπόψη μου έγγραφα:
1. Η με αρ.141224/15.10.2020 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής.
2. Το από 16.10.2020 αίτημα της Ο.Λ.Μ.Ε. προς την Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
ΙΙ. Συναφώς μου ετέθη το εξής ερώτημα:
Επιτρεπτώς δυνάμει της με αρ.141224/2020 εγκυκλίου εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 στην περίπτωση των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που απέχουν από την υποχρεωτική παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στις υπό κατάληψη σχολικές μονάδες και από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό μαθητών που συμμετέχουν στις καταλήψεις αυτές με ταυτόχρονη επιβολή σε τούτους απουσιών, λόγω συμμετοχής τους σε απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ;
ΙΙΙ. Απάντηση.
Η με αρ.141224/2020 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής επικαλείται το άρθρο 25 παρ.2 ν.4354/2015 που προβλέπει επί λέξει τα εξής:
«Στις περιπτώσεις αποχής του υπαλλήλου από τα καθήκοντα του, λόγω απεργίας, ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες. Στην περίπτωση απεργίας, στην έννοια της οποίας υπάγονται και οι στάσεις εργασίας, γίνεται περικοπή των μεικτών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων και των κρατήσεων, εργοδότη και εργαζόμενου, για κύρια και επικουρική σύνταξη, στην περίπτωση που η ημέρα απεργίας αναγνωρίζεται ως συντάξιμη».
Περαιτέρω, η ανωτέρω εγκύκλιος επικαλείται την διάταξη του άρθρου 13 παρ.8 ν.1566/1986 που προβλέπει τα ακόλουθα:
«… Oι εκπαιδευτικοί των σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παραμένουν υποχρεωτικά στο σχολείο τους στις εργάσιμες ημέρες, πέρα από τις ώρες διδασκαλίας, όχι όμως πέρα από έξι (6) ώρες την ημέρα ή τριάντα (30) ώρες την εβδομάδα…».
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτουν καταρχάς τα εξής επιμέρους συμπεράσματα:
1. Ο νομοθέτης του ν.4354/2015 κατά την θέσπιση της διατάξεως του άρθρου 25 ν.4354/2015 και αναφερόμενος σε αποχή υπαλλήλου από τα καθήκοντά του, είχε υπόψη του το συνήθως συμβαίνον, ήτοι την μη προσέλευσή του υπαλλήλου στον χώρο εργασίας του κατά τις εργάσιμες ώρες και ημέρες. Ως αποχή συνεπώς υπαλλήλου από τα καθήκοντά του, νοείται με τον ν.4354/2015 η μη προσέλευσή τούτου στην υπηρεσία του, λόγω συμμετοχής του σε απεργία.
2. Στην περίπτωση δε των εκπαιδευτικών, όπως αναφέρει και η ίδια η εγκύκλιος η ανωτέρω υποχρέωση-καθήκον αφορά την προσέλευσή τους και παραμονή τους υποχρεωτικά στο χώρο του σχολείου που υπηρετούν κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1985 «στις εργάσιμες ημέρες, πέρα από τις ώρες διδασκαλίας, όχι όμως πέρα από έξι (6) ώρες την ημέρα ή τριάντα (30) ώρες την εβδομάδα…».
Ως εκ τούτου, όταν θεσπίστηκε η ρύθμιση του άρθρου 25 ν.4354/2015 ως αποχή εκπαιδευτικού από τα καθήκοντά του, νοείτο η μη προσέλευση και παραμονή του στο χώρο του σχολείου κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες σύμφωνα με την ρύθμιση του άρθρου 13 παρ.8 ν.1566/1985. Γι’αυτό άλλωστε και η εγκύκλιος δεν επικαλείται σχετικώς κάποια άλλη νομοθετική διάταξη.
3. Είναι εξίσου σαφές ότι τέτοια περίπτωση δεν συντρέχει εν προκειμένω, αφού οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης προσέρχονται στον χώρο του σχολείου, αλλά δεν μπορούν να εισέλθουν σε αυτόν λόγω των εν εξελίξει καταλήψεων. Η με αρ.141224/2020 εγκύκλιος δεν αναφέρει ασφαλώς ότι συντρέχει περίπτωση αποχής των εκπαιδευτικών από την προσέλευσή τους στον χώρο του σχολείου κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1985, αλλά επικαλείται συνδυαστικά τις ρυθμίσεις της ΚΥΑ με αρ.121451/ΓΔ4/2020 για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 και κατά τούτο να ενημερώσει στην τελευταία παράγραφο αυτής, ότι σε περίπτωση αποχής ή στάσης εργασίας γίνεται περικοπή των αποδοχών κατά τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου. Εκείνο ωστόσο που δεν αιτιολογείται στην με αρ.141224/2020 εγκύκλιο, η οποία ως εγκύκλιος οφείλει απλώς να διευκρινίζει το ισχύον δίκαιο και όχι να θέτει δίκαιο, είναι το πώς είναι δυνατόν η αποχή εκπαιδευτικών από την εφαρμογή των οριζομένων στην ΚΥΑ με αρ.131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020) να εξομοιούται με μη προσέλευση και παραμονή εκπαιδευτικού στον χώρο του σχολείου κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1986 και να επισύρει την εφαρμογή του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015.
Η με αρ. 141224/2020 εγκύκλιος δεν συσχετίζει, ούτε αιτιολογεί το πώς προβαίνει στην αναγωγή αυτή, δηλαδή πώς εξομοιώνει την μη προσέλευση εκπαιδευτικού στον χώρο του σχολείου με την αποχή τούτου από την υποχρεωτική παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε υπό κατάληψη σχολικές μονάδες και τον υποχρεωτικό αποκλεισμό μαθητών που συμμετέχουν στην κατάληψη από την παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευση, με ταυτόχρονη επιβολή σε αυτούς απουσιών.
4. Κατά το σκέλος αυτό συναφώς η εγκύκλιος δεν διευκρινίζει ισχύον δίκαιο, αλλά θέτει ανεπιτρέπτως δίκαιο, αφού ελλείψει νομοθετικής ρυθμίσεως που να προβαίνει σε τέτοια εξομοίωση ή να εξουσιοδοτεί την Γενική Γραμματέα Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής αγωγής να την κάνει, η με αρ.141224/2020 εγκύκλιος υποκρύπτει κανονιστική ρύθμιση. Η Γενική Γραμματέας Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής ωστόσο δεν έχει κανονιστική αρμοδιότητα από συγκεκριμένη νομοθετική εξουσιοδότηση να ρυθμίσει το εν λόγω ζήτημα. Συνεπώς, η με αρ.141224/2020 εγκύκλιος δεν είναι γνήσια ερμηνευτική εγκύκλιος, αλλά εμπεριέχει κανονιστική ρύθμιση, δηλαδή θέση κανόνα δικαίου.
5. Σε κάθε δε περίπτωση και στο μέτρο που με την «εγκύκλιο» αυτή η Γενική Γραμματέας εξυπονοεί -χωρίς να το αναφέρει και να το αιτιολογεί με κάποιον τρόπο-, ότι, η αποχή των εκπαιδευτικών από την υποχρεωτική παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευση στα υπό κατάληψη σχολικές μονάδες, εξομοιώνεται με αποχή από τα καθήκοντά τους κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1985 και άρα επισύρει την εφαρμογή του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 παρατηρητέα τα εξής:
α. Εκ προοιμίου πρέπει να παρατηρηθεί ότι εν προκειμένω διαπιστώνεται η ύπαρξη νομοθετικού κενού, κάτι που τελεί εν γνώσει της Γενικής Γραμματέως και γι’αυτό αδυνατεί να συσχετίσει μεταξύ τους τις αναφερόμενες στην εγκύκλιο ρυθμίσεις για να συμπεράνει με τεκμηριωμένο τρόπο ότι η αποχή των εκπαιδευτικών από την εφαρμογή όσων ορίζει η ΚΥΑ 131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020) οδηγεί σε επιβολή της οικονομικής συνέπειας του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015.
β. Ο νομοθέτης του ν.4354/2015 αναφερόμενος στα καθήκοντα του υπαλλήλου δεν είχε κατά νου την περίπτωση εκείνη που το κράτος, λόγω των εξαιρετικών μέτρων αντιμετώπισης μίας πανδημίας και για λόγους δημόσιας υγείας θα επέβαλε στους εκπαιδευτικούς την υποχρέωση να παράσχουν σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση όχι από τον χώρο εργασίας τους, δηλαδή από τον χώρο του σχολείου αλλά από το σπίτι τους με δικά τους μέσα και εξοπλισμό. Ομοίως δεν είχε κατά νου την περίπτωση εκείνη που το κράτος αδυνατώντας να διασφαλίσει τα απαιτούμενα μέτρα ασφάλειας και υγιεινής στον χώρο του σχολείου, θα ωθούσε τους μαθητές σε καταλήψεις των σχολικών μονάδων προκειμένου να διεκδικήσουν την διασφάλιση συνθηκών αποτροπής μολύνσεώς τους από τον COVID 19.
γ. Εκείνο συναφώς που πρέπει να διερευνηθεί (και όφειλε η Γενική Γραμματέας να έχει τεκμηριώσει στην εγκύκλιο) είναι το εάν στην έννοια του «καθήκοντος» του εκπαιδευτικού μπορεί να περιληφθεί και η νομοθετικώς επιβαλλόμενη υποχρέωσή του να παράσχει σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε περίπτωση κατάληψης σχολικής μονάδας, όπως και η νομοθετικώς επιβαλλόμενη υποχρέωσή του να αποκλείσει από την σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση μαθητές που συμμετέχουν στην κατάληψη, με ταυτόχρονη επιβολή σε αυτούς απουσιών.
Το «καθήκον» του εκπαιδευτικού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καταλαμβάνει τις ανωτέρω υποχρεώσεις που θεσπίζει η ΚΥΑ με αρ.131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020), ώστε η αποχή από την εκτέλεσή τους να δύναται να οδηγήσει σε εφαρμογή του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015, εξομοιούμενη με μη προσέλευσή τους στον χώρο του σχολείου κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1986. Τούτο για τους εξής επιμέρους λόγους:
Διότι, το κράτος εγγυάται στο άρθρο 16 παρ.2 Συντ. ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα το κράτος εγγυάται την δωρεάν παιδεία σε όλες τις βαθμίδες στα κρατικά εκπαιδευτήρια, καθώς και την ενίσχυση των σπουδαστών που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία ανάλογα με τις ικανότητές τους.
Το κράτος ταυτόχρονα στο άρθρο 21 παρ.3 Συντ. εγγυάται ότι θα μεριμνά για την υγεία των πολιτών και ότι θα λαμβάνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας.
Τέλος, στο άρθρο 25 παρ.1 Συντ. ρητώς ορίζεται ότι τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους, και ταυτόχρονα προβλέπεται ότι, όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους.
Όλες οι ανωτέρω συνταγματικές εγγυήσεις αντανακλώνται στο σύστημα ρυθμίσεων του Υπαλληλικού Κώδικα και του ίδιου του ν.1566/1986:
Το άρθρο 44 παρ.1 ΥΚ εγγυάται το δικαίωμα των υπαλλήλων στην διασφάλιση συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας στον χώρο εργασίας τους. Τούτο ισχύει πολύ περισσότερο για τους εκπαιδευτικούς και το χώρο των σχολείων και ειδικώς όταν συντρέχουν εξαιρετικές συνθήκες προστασίας της δημόσιας υγείας συνεπεία πανδημίας.
Το άρθρο 2 παρ.6 ν.1566/1986 επαναλαμβάνει την ρύθμιση του άρθρου 16 παρ.4 Συντ. για την δωρεάν παροχή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το κράτος, ενώ σε πλήθος ρυθμίσεών του εν λόγω άρθρου αντανακλάται η κρατική εγγύηση της διασφάλισης των μέσων διδασκαλίας στους εκπαιδευτικούς και των μέσων φοίτησης στους μαθητές, μέσω της δωρεάν χορηγήσεως των διδακτικών βιβλίων σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, μέσω προβλέψεων για τον τρόπο κρατικής επιχορηγήσεως των λειτουργικών δαπανών των σχολείων, ακόμη και μέσω προβλέψεων για μεταφορά μαθητών που κατοικούν μακριά από την έδρα του σχολείου τους.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω συνταγματικών και νομοθετικών εγγυήσεων πραγματοποιήσεως της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ασκήσεως του διδακτικού έργου εκ μέρους των εκπαιδευτικών σε συνθήκες που θα διασφαλίζουν την προστασία της υγείας και ασφάλειας εκπαιδευτικών και μαθητών προκύπτουν τα εξής επιμέρους συμπεράσματα:
αα) Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι στο καθήκον του εκπαιδευτικού εμπεριέχεται η υποχρέωσή του να αναλάβει με ίδια μέσα και πόρους την παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με ταυτόχρονο αποκλεισμό από τούτη των μαθητών εκείνων που δεν έχουν τα μέσα για να μετάσχουν σε αυτή. Η υποχρέωση αυτή αντιστρατεύεται το σύστημα συνταγματικών και νομοθετικών ρυθμίσεων που προπαρατέθηκαν και οι οποίες εγγυώνται την δωρεάν και ΚΑΘΟΛΙΚΗ παροχή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως από το κράτος και την χορήγηση σε μαθητές και εκπαιδευτικούς των αναγκαίων προς τούτο μέσων.
ββ) Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι στο καθήκον του εκπαιδευτικού περιλαμβάνεται η υποχρέωσή του να αποκλείσει μαθητές από την παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης επειδή τούτοι συμμετέχουν σε κατάληψη σχολικών μονάδων λόγω του ότι διεκδικούν την διασφάλιση των συνθηκών διεξαγωγής των μαθημάτων στις σχολικές αίθουσες με τρόπο και μέσα που θα προστατεύουν την υγεία τους εν μέσω πανδημίας. Ομοίως δεν δύναται να θεωρηθεί καθήκον του εκπαιδευτικού η επιβολή απουσιών στους μαθητές αυτούς. Τούτο διότι, αμφότερες οι υποχρεώσεις αντιστρατεύονται το πλέγμα ρυθμίσεων που προπαρατέθηκαν αναφορικά με την κρατική υποχρέωση προστασίας της υγείας, της νεότητας και διασφαλίσεως ασφαλών και υγιεινών συνθηκών εργασίας σε όλους τους υπαλλήλους του κράτους. Ταυτόχρονα αντιστρατεύονται το ρόλο του εκπαιδευτικού και τον οδηγούν σε τιμωρία μαθητών δια του αποκλεισμού τους από την εκπαιδευτική διαδικασία και δια επιβολής σε αυτούς απουσιών, την στιγμή που οι μαθητές αυτοί ασκούν το νόμιμο δικαίωμά τους προς διεκδίκηση ενός σχολικού περιβάλλοντος που θα εγγυάται την προστασία της υγείας τους. Όπως εξετέθη τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη άσκηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και όχι να τα καταστέλλουν.
Συνεπώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως καθήκον του εκπαιδευτικού μία υποχρέωση που επιβάλλεται εν μέσω πανδημίας στους εκπαιδευτικούς και η εκπλήρωση της οποίας συναρτάται από την παροχή ίδιων μέσων και εξοπλισμού εκ μέρους των εκπαιδευτικών και η οποία άγει σε αποκλεισμό μαθητών από την εκπαιδευτική διαδικασία κατ’άνισο τρόπο λόγω ελλείψεως πόρων, ενώ ταυτόχρονα αποκλείει μαθητές από αυτή, επειδή διεκδικούν συνθήκες διεξαγωγής των μαθημάτων τέτοιες, που θα αποσοβήσουν τον κίνδυνο μετάδοσης και προσβολής τους από τον COVID-19. Οι ως άνω υποχρεώσεις που θέτει η ΚΥΑ με αριθμ. 131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020) στους εκπαιδευτικούς δεν ανταποκρίνεται στην εκπαιδευτική διαδικασία που απέβλεψε και εγγυάται ο ν.1566/1985 σε εκτέλεση του άρθρου 16 Συντ.
Ως εκ τούτου, η αποχή των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από την εφαρμογή των ρυθμίσεων της με αρ. με αριθμ. 131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020) κοινής υπουργικής αποφάσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί αποχή από τα καθήκοντά τους, εξομοιούμενη με μη προσέλευση και παραμονή τους στον χώρο του σχολείου κατά την παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1986 ενόψει των ανωτέρω επισημάνσεων, ώστε να μπορεί να τύχει εν προκειμένω αναλογικής εφαρμογής η ρύθμιση του άρθρου 25 ν.4354/2015.
γγ) Διότι, ενόψει των όσων προεκτέθηκαν είναι σαφές ότι, απαιτείται η θέσπιση ρητής νομοθετικής ρύθμισης που να ορίσει τούτο, αφού ο νομοθέτης του άρθρου 25 ν.4354/32015 όταν αναφερόταν σε απεργία-αποχή από τα καθήκοντα ενός υπαλλήλου είχε κατά νου το συνήθως συμβαίνον, ήτοι την μη προσέλευση του υπαλλήλου στο χώρο και κατά το ωράριο εργασίας του συνεπεία απεργίας. Συνεπώς δεν μπορεί η Γενική Γραμματέας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής με μία εγκύκλιο να εφαρμόζει αναλογικά την ρύθμιση του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 όχι στην περίπτωση που ο εκπαιδευτικός δεν προσέρχεται στον χώρο του σχολείου κατά το ωράριο εργασίας του, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 13 παρ.8 ν.1566/1985 (και που τουναντίον προσέρχεται κανονικά στο χώρο του σχολείου, αλλά δεν μπορεί να εισέλθει σε αυτόν λόγω των καταλήψεων), αλλά στην περίπτωση που απέχει από την εκπλήρωση δύο υποχρεώσεων που θέτει η ΚΥΑ με αρ. 131451/ΓΔ4/30-09-2020, οι οποίες αντιστρατεύονται τις προϋποθέσεις και την φυσιογνωμία της εκπαιδευτικής διαδικασίας όπως διαχρονικά έχει διαπλαστεί μέσω συνταγματικών και νομοθετικών εγγυήσεων.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
1. Το καθήκον του εκπαιδευτικού προσδιορίζεται και οριοθετείται υπό το φως και το πνεύμα των συνταγματικών εγγυήσεων του άρθρου 16 παρ.1 και 4, του άρθρου 21 παρ.3 και του άρθρου 25 παρ.1 Συντ., των αντίστοιχων ρυθμίσεων του άρθρου 44 παρ.1 ΥΚ και του ν.1566/1985 που κατοχυρώνουν την υποχρέωση του κράτους να διασφαλίζει την υγιεινή και ασφάλεια των χώρων εργασίας των εκπαιδευτικών, ήτοι του χώρου του σχολείου, την καθολική συμμετοχή μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία, την δωρεάν παροχή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, την δωρεάν παροχή των μέσων εκπαίδευσης σε εκπαιδευτικούς και μαθητές και ταυτόχρονα την αποτελεσματική και ανεμπόδιστη άσκηση των δικαιωμάτων μαθητών και εκπαιδευτικών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η διεκδίκηση διαμόρφωσης συνθηκών διεξαγωγής μαθημάτων στις σχολικές αίθουσες με τρόπο που δεν θα θέτει εν κινδύνω την υγεία τους.
2. Συνεπώς, ελλείψει των ανωτέρω συνταγματικών και νομοθετικών εγγυήσεων η υποχρεωτικώς επιβαλλόμενη παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στους εκπαιδευτικούς με δικά τους μέσα και εξοπλισμό στην οποία πολλοί μαθητές δεν μπορούν να μετάσχουν λόγω ελλείψεως των αναγκαίων πόρων, και η ταυτόχρονη επιβολή της υποχρεώσεως στους εκπαιδευτικούς να τιμωρήσουν τους μαθητές που συμμετέχουν στις καταλήψεις, διεκδικώντας μέτρα προστασίας της υγείας τους, με αποκλεισμό τους από την σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση και με ταυτόχρονη επιβολή σε τούτους απουσιών με κίνδυνο να μην περατώσουν την σχολική χρονιά, δεν δύναται να θεωρηθεί «καθήκον» των εκπαιδευτικών, η αποχή από την άσκηση του οποίου να μπορεί να επισύρει νομίμως την οικονομική συνέπεια της περικοπής των αποδοχών τους κατά την διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015. Και δεν δύναται να θεωρηθούν καθήκοντα των εκπαιδευτικών οι δύο αυτές υποχρεώσεις που θέτει η ΚΥΑ με αρ. 131451/ΓΔ4/30-09-2020, διότι κείνται εκτός του συστήματος και πνεύματος των συνταγματικών και νομοθετικών διατάξεων που προπαρατέθηαν και οι οποίες διέπουν ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΩΣ την παροχή πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το κράτος.
3. Συνεπώς, ελλείψει ρητής νομοθετικής ρυθμίσεως που να προβλέπει σαφώς ως έννομη συνέπεια την περικοπή των αποδοχών των εκπαιδευτικών που απέχουν από την υποχρεωτική παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με τις προϋποθέσεις που θέτει η ΚΥΑ με αριθμ. 131451/ΓΔ4/2020 (ΦΕΚ Β΄4264/30.9.2020) λόγω συμμετοχής τους σε απεργία-αποχή η περικοπή των αποδοχών τους σε μία τέτοια περίπτωση παρίσταται ανεπίτρεπτη, αφού στηρίζεται σε αναλογική ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 η οποία ως εξαιρετική διάταξη, που εισάγει περιορισμό δικαιώματος είναι στενώς ερμηνευτέα. Συναφώς, ανεπιτρέπτως η με αρ.141224/2020 εγκύκλιος εφαρμόζει τη διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015 στην περίπτωση των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που απέχουν από την υποχρεωτική παροχή σύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στις υπό κατάληψη σχολικές μονάδες και από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό μαθητών που συμμετέχουν στις καταλήψεις αυτές με ταυτόχρονη επιβολή σε τούτους απουσιών, αφού προβαίνει σε αναλογική εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 25 παρ.2 ν.4354/2015, ωσάν οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να μην προσέρχονται στον χώρο του σχολείου και στο ωράριο της παρ.8 του άρθρου 13 ν.1566/1985, κάτι που δεν συμβαίνει εν προκειμένω.
Αθήνα, 19.10.2020
Η γνωμοδοτούσα δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου